Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2004

 Η ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ
(Με αφορμή το σχέδιο Ανάν)

Χρήστος Αλεξάνδρου
Πολιτικός Επιστήμονας

Eίναι, νομίζω, αρκούντως ενδιαφέρον να προσπαθήσει κάποιος να αναλύσει τον τρόπο με τον οποίο οι διανοούμενοι, δημοσιογράφοι, πολιτικοί αναλυτές και άλλοι αυτόκλητοι αξιολογούν τη στάση της συντριπτικής πλειοψηφίας του κυπριακού λαού η οποία τάσσεται ανεπιφύλακτα εναντίον του σχεδίου Ανάν και της τερατώδους λύσης που κομίζει. Τα κριτήρια της λαϊκής βούλησης αυτή τη φορά δεν είναι τυχαία ούτε θολά και προπάντων δεν στερούνται ρεαλιστικής θεμελιώσεως. Ο πρώτος λοιπόν αρνητικός αξιολογικός προσδιορισμός της στάσης του κοινωνικού σώματος είναι ότι «αντιδρά συναισθηματικά». Και ακολούθως προτάσσονται διάφορες παιδαριώδεις νουθεσίες του τύπου «να αφήσουμε επιτέλους τους συναισθηματισμούς», «να κοιτάξουμε μπροστά», «να παραμερίσουμε τις αγκυλώσεις του παρελθόντος» και άλλα  παρόμοια.

         
Με ποιες όμως βέβαια αξιώσεις να ζητήσουμε από αυτούς τους αυτόκλητους στοχαστές να συνειδητοποιήσουν ότι αυτά τα σχήματα είναι τετριμμένα και ξεπερασμένα; Ζητήστε τους απλώς να σας απαριθμήσουν τι έχουν διαβάσει στη ζωή τους ή ακόμη πρακτικότερα να σας δείξουν τη βιβλιοθήκη τους. Παπαγαλάκια αγοραίου πνεύματος είναι που την εποχή αυτή έχει φορέσει το ένδυμα του εκσυγχρονισμού.

Τα σχήματα αυτά για τον έμπειρο παρατηρητή είναι δυνατό να του αποκαλύψουν δύο βασικά πράγματα. Το πρώτο είναι ότι η μερίδα αυτή των διανοουμένων αδυνατεί να εισέλθει στον βαθύτερο πυρήνα των πραγμάτων και αρκείται να κρίνει την ουσία από τα επιφαινόμενα. Αδυνατούν να συλλάβουν μια εσωτερική σχέση του Κύπριου με τον τόπο του, δηλ. με την ιστορική του ταυτότητα και ένα βαθύτερό του δέσιμο με αυτήν. Το δεύτερο στοιχείο που αποκαλύπτεται είναι ότι συνειδητά ή ασυνείδητα τα ιδεολογήματα αυτά κρύβουν καλά, με λεπτούς συλλογιστικούς μηχανισμούς, έναν από τους χειρότερους φασισμούς. Ξεκινούν πρώτα από όλα με μια έμμεση αλλά σαφή υποτίμηση των λαϊκών κριτηρίων. Την υποτίμηση αυτή η δική τους ανώτερη υποτίθεται νοητική συγκρότηση απαιτεί να την αποδεχθούμε ως δεοντολογικά ορθή αφού περίπου προκύπτει αυταπόδεικτα. Με λίγα λόγια μας λένε ότι ο λαός κινείται από ένα κατώτερο τρόπο σκέψης που σχεδόν μόνο σε συναισθηματικές εξάρσεις εκβάλλει. Ως εκ τούτου προκύπτει το λογικό αξίωμα ότι ο λαός θα πρέπει να καθοδηγηθεί σωστά, ώστε να αρθεί σε ένα λίγο ψηλότερο επίπεδο σκέψης, για να μην κρίνει με συναισθηματισμούς. Βεβαίως οι «φωτισμένοι» έχουν συνείδηση αυτής της «δυσκολίας». Έτσι λοιπόν αν αυτό το βήμα «προς τα εμπρός και προς το μέλλον» δεν το καταφέρει ο λαός, αυτού του είδους οι στοχαστές θεωρούν ότι έχουν χρέος να παροτρύνουν και να ενισχύσουν την εξουσία να προχωρήσει σε αποφάσεις από μόνη της. Και οι αποφάσεις αυτές, παρά τη λαϊκή εναντίωση, είναι νομιμοποιημένες, αφού θα ληφθούν για το καλό του τόπου και του λαού.

Σε αυτό το παιγνίδισμα κρίνεται η απαρχή αλλά και η πεμπτουσία κάθε φασισμού. Στην κόψη του ξυραφιού η πραγματική δημοκρατία στην κόψη του ξυραφιού ο υποκρυπτόμενος ή αρχόμενος φασισμός. Ο προσδιορισμός πραγματική δημοκρατία γίνεται ακριβώς για να την αντιδιαστείλει από τα δημοκρατικοφανή τεχνάσματα που μετέρχονται οι σύγχρονοι υφέρποντες φασισμοί,  προκειμένου να είναι ανεπαίσθητοι. Η αληθινή δημοκρατία έγκειται πρώτα σε ένα είδος αυτοαπελευθέρωσης που θα αποδέχεται τη λαϊκή βούληση, όποια και αν είναι αυτή και όπως και αν αξιολογείται.   Βεβαία η έννοια του  φασισμού δεν αφορά ζητήματα δευτερεύουσας φύσεως που συμβαίνουν καθημερινά, είναι πρόσκαιρα και δεσμεύουν πολύ μικρές ομάδες ανθρώπων εν σχέση με το σύνολο ή την πλειοψηφία της κοινωνίας. Ο πραγματικός φασισμός σχετίζεται με την καταδυνάστευση υπαρκτικών αξιών και προσανατολισμών όπως η ελευθερία, η προτεραιότητα της πατρίδας, κ.α.

Αυτοί οι ελαφρών βαρών διανοούμενοι προκειμένου να ενισχύσουν το ιδεολόγημα τους ότι ενεργούμε «συναισθηματικά» αποδίδουν με μια μονοκονδυλιά και  όλες τις σύγχρονες καταστροφές που έπαθε ο ελληνισμός στον ανόητο συναισθηματισμό μερικών  εθνικιστών. Αυτοί λοιπόν ήταν η αιτία για όλα  τα εθνικά δεινά πλην  όμως εμείς αφού μας κυριαρχούν και πάλι οι εκρήξεις παρορμητισμού δεν έχουμε τη διαύγεια να το κατανοήσουμε. Η  εμπειρία όμως δείχνει ότι ο λαός έχει πιο αποκρυσταλλωμένα κριτήρια και μπορεί να οδηγηθεί σε βαθύτερο επίπεδο διάγνωσης αιτιών. Έστω και αν αυτή η εμβάθυνση δεν βρίσκει την καλύτερη λεκτική απόδοσή της, έστω και αν είναι ημιτελής ή ασαφώς επιγραμματική. Αν όμως θελήσει κάποιος να δει τα κείμενα, για παράδειγμα των δημοσιογράφων που παρουσιάζονται κεκαθαρμένοι από συναισθηματικές νηπιότητες, πολύ εύκολα θα διαπιστώσει ότι βρίθουν τα ίδια από συναισθηματικό μελό.
Ένα άλλο επιχείρημα που κινείται στον ίδιο άξονα, και τα τελευταία χρόνια έχει καλλιεργηθεί κατά κόρον, προκειμένου  χαρακτηρίσει τη στάση του λαού απέναντι στον θανατηφόρο τουρκικό επεκτατισμό είναι ο  ψυχολογικός παράγοντας. Το κυπριακό πρόβλημα παραμένει άλυτο εξαιτίας της επηρεασμένης ψυχολογικής κατάστασης των Κυπρίων. Όχι από την εισβολή και τα παράγωγά της, τη θέληση να μην υποταγούμε στην Τουρκία, γεγονός που θα σημάνει την υπονόμευση του τόπου, αλλά από τον ακαλλιέργητο και ανάπηρο δήθεν ψυχισμό των Κυπρίων.

Τελειώνοντας θα ήθελα να θέσω μιαν άλλη διάσταση που λόγω όμως χώρου δεν θα τη συζητήσουμε τώρα. Να αναζητήσουμε να μάθουμε εάν στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, στην πανθομολογουμένως γνησιότερη μορφή δημοκρατικού πολιτεύματος, οι απόψεις οι υπονομευτικές για το πολίτευμα και κυρίως υπονομευτικές για την ύπαρξη της ίδιας της κοινωνίας και των επιλογών της, ήταν ποτέ δυνατό να αποτιμώνται απλώς ως «άλλη άποψη». Εάν ήταν ποτέ δυνατό αυτή η «άλλη άποψη» να αξιώνει πλήρη σεβασμό για την αντικοινωνική της στάση. Οι «λίγοι τρελοί» που επικαλέστηκε ο δημοκρατικά εκλελεγμένος Πρόεδρος Γλαύκος Κληρίδης φεύγοντας για την Κοπεγχάγη, για τους οποίους δήλωσε ότι αν άκουε δεν θα έπρεπε να υπογράψει την προτεινόμενη λύση, τυγχάνει να είναι η πλειοψηφία του λαού. Η αρχή της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας παρεμπιπτόντως είναι και η πεμπτουσία της σύγχρονης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Και αυτή η συντριπτική πλειοψηφία υποβιβάζεται σε «λίγους τρελούς». Τερατώδεις    προσπάθειες.

23 Iουνίου 2004


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου