Χ.Μ. Γιατί ένας
πολιτικός επιστήμονας να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο θέμα;
Χ.Α. Η ερώτηση σας είναι πράγματι εύλογη. Η απάντηση είναι
ότι πάντα, από παιδί με έλκυε η νεοελληνική λογοτεχνία και ειδικά η ποίηση.
Πέραν τούτου όμως η νεοελληνική ποίηση, ανάμεσα της ασφαλώς και η κυπριακή,
είναι γεμάτη από ιστορία, ίσως όσο καμία άλλη. Αυτό ενδεχομένως να έχει
αραιώσει τα τελευταία χρόνια αλλά δεν παύει να αποτελεί τον κανόνα από τον
καιρό του Κάλβου και του Σολωμού. Η κύρια πηγή έμπνευσης της προέρχεται όπως
έλεγε ο Παναγιώτης Κονδύλης από την «Ελλάδα-Ιδέα». Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο
έχει δώσει έργα πραγματικά περίοπτα,
όπου μαζί με τη μουσική είναι τα δύο, και δυστυχώς τα μόνα, πραγματικά υψηλής
στάθμης πνευματικά προϊόντα που έδωσε ο νέος Ελληνισμός. Έτσι η ιδιότητα του
πολιτικού επιστήμονα και του ιστορικού
δεν είναι άσχετη με αυτή μου την ενασχόληση αφού οι προσεγγίσεις μου είναι μέσα
από αυτό το πρίσμα, αναζητώ δηλαδή κοινούς τόπους ανάμεσα στα δύο. Αναζητώ την
«ιστορικότητα» των ποιητών, την δική τους ιστορική οπτική και
τοποθέτηση, τόσο για στενά ιστορικά γεγονότα όσο και τον πολιτικο-ιστορικό τους
αναστοχασμό.
Χ.Μ. Γιατί η θρησκευτική ή καλύτερα η εκκλησιαστική όψη της
ποίησης του Καβάφη δεν μας έχει απασχολήσει σε σχέση με τις άλλες διαστάσεις
του ποιητικού του έργου; Γιατί είναι σχεδόν άγνωστη αυτή η πτυχή του έργου;
Χ.Α. Δυστυχώς αυτό
που λέτε είναι αλήθεια. Η πραγματικότητα αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι οι αρμόδιοι που καθορίζουν την διδακτέα ύλη στα
σχολεία δεν επιλέγουν ανάλογα ποιήματα, είτε σκόπιμα είτε όχι. Αυτό αφορά εν
μέρει και τα ποιήματα που αναφέρονται στην έννοια της πατρίδας. Κάτι ανάλογο
συμβαίνει και στις φιλοσοφικές σχολές, αν και βέβαια εκεί υπάρχουν εξαιρέσεις.
Πολλές φορές ρώτησα φιλολόγους αν έχουν υπόψη τους κάποιο από τα
«εκκλησιαστικά» ποιήματα του Καβάφη και η απάντηση ήταν σταθερά όχι, ενώ
μερικοί εκπλήσσονταν με την πληροφορία ότι υπάρχουν και τέτοια. Γνωρίζουν μόνο
ότι περιλαμβάνεται στην διδακτέα ύλη και ότι διδάχτηκαν στο πανεπιστήμιο, αν
διδάχτηκαν Καβάφη.
Χ.Μ. Τι σημαίνει για την ποίηση του Καβάφη η χριστιανική
διάσταση; Τι προσθέτει, τι αφαιρεί ή τι αλλάζει στην ποιητική αξία του έργου;
Χ.Α. Ο Καβάφης ως γνωστό έλκεται κυρίως από την ελληνιστική
εποχή και το Βυζάντιο. Η ενασχόληση του με τις δύο αυτές μεγάλες ιστορικές
περιόδους θα ήταν λειψή χωρίς τη συμπερίληψη του χριστιανικού στοιχείου. Για την μεν πρώτη περίοδο τον απασχολούν
ιδιαίτερα οι διωγμοί που υφίστανται οι Χριστιανοί, για αυτό έχουμε και το
«ιουλιανό» κύκλο των ποιημάτων του, με πιο εμβληματικά μάλλον το
«Μεγάλη Συνοδεία εξ ιερέων και λαϊκών» και το «Εις τα περίχωρα της Αντιόχειας». Όταν λέω
«ιουλιανό κύκλο» εννοώ τα ποιήματα εκείνα, δώδεκα στον αριθμό, περιλαμβανομένων
και των ατελών, που επικρίνουν και σαρκάζουν τον αυτοκράτορα Ιουλιανό ο οποίος
έκανε μια έσχατη προσπάθεια για επαναφορά των ειδώλων πλην όμως ήταν αργά αφού
ο Χριστιανισμός είχε ήδη υπερισχύσει. Ως προς τη βυζαντινή περίοδο τον
απασχολούν η πνευματική ζωή και οι
πειρασμοί της, καθώς και διάφορα άλλα
μοτίβα. Όπως για παράδειγμα η συνήθεια που υπήρχε αυτήν την περίοδο κάποιος λίγο πριν το τέλος της
επίγειας βιωτής του να «συνέλθει», να μετανοήσει και μάλιστα πολλές φορές να
χειροτονηθεί μοναχός. Κλασσικό παράδειγμα αποτελεί ο βασιλιάς Μανουήλ Κομνηνός
στο ομώνυμο ποίημα ή η περίπτωση του
νεαρού Κλέωνος. Γενικά η ενασχόληση του
με το Χριστιανισμό συμπληρώνει και διευρύνει το έργο του θα έλεγα. Όπως τόνισε
ο Αμερικανός Καθηγητής και μεταφραστής του ποιητή σε μια συνέντευξη του «το
όραμα του Καβάφη περιλάμβανε ολόκληρο το τόξο του ελληνικού πολιτισμού και της
ελληνικής ταυτότητας, και συγκεκριμένα της αφοσίωσης του στο Βυζάντιο, για το
οποίο τόσο συχνά έγραφε» […] (Lifo, 15.1.2014). Βυζάντιο ή ελληνικός πολιτισμός χωρίς την ορθόδοξη παράδοση δεν νοείται.